fbpx

Αρχαιολογικοί χώροι

Η Πύλος (ή Νεόκαστρο) είναι μικρή πόλη του Νομού Μεσσηνίας. Αποτελεί σημαντικό ναυτιλιακό κέντρο και τα τελευταία χρόνια γνωρίζει σημαντική τουριστική ανάπτυξη, εκμεταλλευόμενη την όμορφη ακτογραμμή της. Απο απόψεως ασφάλειας λόγω της νήσου Σφακτηρίας (στενόμακρο νησί, μπροστά από τον όρμο του Ναυαρίνου, που λειτουργεί σας φυσικός κυματοθραύστης, σχηματίζοντας το λιμάνι της Πύλου και γενικά τον κόλπο της Πύλου (Ναυαρίνο), η Πύλος θεωρείται ως ένα από τα πιο ασφαλή αγκυροβόλια στη Μεσόγειο.

Η Πύλος, αναφέρεται από τον Όμηρο ως το Βασίλειο του Νέστορα που, σύμφωνα με την παράδοση, ιδρύθηκε απ’ τον μυθικό Πύλο και αρχικά ονομαζόταν Κορυφάσιο.

Η σημερινή Πύλος οικοδομήθηκε γύρω από το κάστρο που έχτισαν οι Οθωμανοί, το 1573 μ.Χ. για τον έλεγχο της νότιας εισόδου, στον όρμο του Ναυαρίνου Το 1825, ο Ιμπραήμ κατέλαβε την Πύλο και το Νεόκαστρο και το κράτησε μέχρι τη ν αυμαχία του Ναυαρίνου. Σε πλατεία της Πύλου υπάρχει μεγαλόπρεπο μνημείο, σε ανάμνηση της μεγάλης εκείνης νίκης.

Στην περιοχή της Πύλου έχουν ανακαλυφτεί αξιόλογοι αρχαιολογικοί θησαυροί. Αρχικά ήρθαν στο φως πέτρινοι τοίχοι, κομμάτια από τοιχογραφίες, δάπεδα, μυκηναϊκά αγγεία, πήλινες επιγραφές στον Επάνω Εγκλιανό. Στις 31 Δεκεμβρίου του 1957 ανακαλύπτεται ο κυψελοειδής τάφος του Νηλέα, πατέρα του Νέστορα, βασιλιά της Πύλου, όπως και πτέρυγα του ανακτόρου ηλικίας 3000 ετών. Οι προσπάθειες συνεχίστηκαν και μέχρι το 1964, οπότε ήρθε στο φως ολόκληρο σχεδόν το Ανάκτορο του Νέστορα. Το ανάκτορο αυτό χρονολογικά τοποθετείται γύρω στα 1300 και 1200 π.Χ. και καταστράφηκε με την κάθοδο των Δωριέων (1100 π.Χ.) Το κεντρικό κτίριο (50 Χ 32 μ.) περιλάμβανε το μέγαρο του βασιλιά και το μέγαρο της βασίλισσας. Υπάρχουν κι άλλα κτίρια. Διάφοροι άλλοι βοηθητικοί χώροι, τάφοι και βωμός, ανακαλύφτηκαν στην περιοχή.

Η Μεθώνη είναι κωμόπολη του νομού Μεσσηνίας. Έχει σπουδαία ιστορική σημασία, γιατί, εξαιτίας της στρατηγικής θέσης που βρισκόταν, έγινε το μήλο της Έριδος για τους κάθε φορά δυνατούς των εποχών που προσπάθησαν να την κάνουν λιμάνι τους. Στα ομηρικά χρόνια λεγόταν Πήδασσος. Ο Όμηρος την χαρακτηρίζει Αμπελόεσσα. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Πήδασος αντιστοιχεί στην σημερινή Κορώνη ενώ η Μεθώνη αντιστοιχεί στην Ομηρική Αιπεία. Στα σωζόμενα τείχη του κάστρου εξακολουθούν να υφίστανται τμήματα αρχαίων οχυρώσεων.[3] Ο Παυσανίας αναφέρει πως η πόλη λεγόταν και Μοθώνη (από τη μυθική πέτρα Μόθωνα στην οποία βρισκόταν το κάστρο της πόλης) ή από την κόρη του Οινέα Μοθώνη.

Η πόλη άκμασε την εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας . Από τον 4ο αιώνα υπήρξε έδρα της Επισκοπής Μεθώνης η οποία διατηρήθηκε μέχρι το 1837 . Το κάστρο της Μεθώνης είναι από τα σημαντικότερα του Ελλαδικού χώρου. Χτίστηκε από τους Βενετούς όταν έγιναν κύριοι της πόλης το 1209 μ.Χ. Είναι χτισμένο σε έναν βράχο που εισχωρεί στην θάλασσα και χωρίζεται από την ξηρά με μία τεχνητή τάφρο. Έχει έκταση 93 στρέμματα. Στην βόρεια πλευρά του βρίσκεται η πύλη κατασκευασμένη από ορθογώνιους πωρόλιθους. Τα τείχη του κάστρου είναι ενισχυμένα κατά διαστήματα με πύργους. Νότια του φρουρίου βρίσκεται ο πύργος Μπούρτζι, χτισμένος σε μία μικρή βραχονησίδα νότια του κάστρου. Συνδέεται με το κύριο φρούριο με μία γέφυρα με καμάρες. Στην ανατολική πλευρά του κάστρου υπάρχει σήμερα μικρός λιμενοβραχίονας που είναι μέρος του μικρού λιμανιού της Μεθώνης. Τα τείχη, οι πύργοι, οι προμαχώνες, η βορειοδυτική πλατφόρμα πυροβολικού και οι διάφορες πύλες του κάστρου έχουν χρονολογηθεί χάρη στην ταυτοποίηση των ενετικών θυρεών που ακόμη βρίσκονται στα αντίστοιχα σημεία.

Η Κορώνη είναι παραλιακή κωμόπολη του Νομού Μεσσηνίας. Είναι φημισμένη για το Βενετσιάνικο κάστρο που δεσπόζει πάνω από την πόλη. Στην αρχαιότητα στη θέση της σημερινής Κορώνης βρισκόταν η αρχαία πόλη Ασίνη.

Η Αρχαία Μεσσήνη παρέμεινε το πολιτιστικό κέντρο της Μεσσηνίας μέχρι το 395, όταν η επιδρομή των Γότθων του Αλάριχου υποτίθεται πως έδωσε το αποφασιστικό πλήγμα στην πόλη. Τότε οι λιγοστοί πια κάτοικοί της θα άρχισαν να εγκαθίστανται σε ασφαλέστερους οικισμούς και η θέση να ερημώνεται.. Το τείχος που περιέβαλλε τη Μεσσήνη είναι εξαιρετικά μεγάλου μήκους (περίμετρος 9 χλμ.) και στην εποχή του Παυσανία ήταν ήδη εξ’ ολοκλήρου λίθινο, πράγμα που του προκάλεσε μεγάλη έκπληξη καθώς συνηθιζόταν η πλίθινη ανωδομή. Είχε δύο μνημειακές πύλες, την Αρκαδική (ή πύλη της Μεγαλόπολης) και τη Λακωνική. Σε τακτά διαστήματα ήταν ενισχυμένο με διώροφους λίθινους τετράγωνους και στρογγυλούς πύργους. Σήμερα διατηρείται καλύτερα στη βόρεια πλευρά του, εκατέρωθεν της Αρκαδικής πύλης. Από τα διατηρημένα μέρη και τα θεμέλια μπορεί κανείς να προσδιορίσει όλη σχεδόν τη γραμμή που ακολουθά το τείχος.

Oι ανασκαφικές έρευνες με παράλληλες εργασίες στερέωσης και αναστήλωσης των μνημείων συνεχίζονται από το 1987 ως σήμερα με ταχύτερους προοδευτικά ρυθμούς. Έχουν φέρει στο φως όλα τα δημόσια και ιερά οικοδομήματα της πόλης που είδε και περιέγραψε ο Παυσανίας στη Mεσσήνη, όταν την επισκέφθηκε.

Η Ιθώμη ήταν ένα αρχαίο οχυρό στην περιοχή της Μεσσηνίας, στο νοτιοδυτικό τμήμα της Πελοποννήσου, στην κορυφή του ομώνυμου βουνού στην πλαγιά του οποίου είναι χτισμένο το σημερινό χωριό Μαυρομάτι.

Το οχυρό αποτελούνταν από αλλεπάληλες κορυφές και οχυρωμένα διάσελα. Διατηρούνται ερείπια του οχυρωματικού περιβόλου της. Οχυρωμένη ήταν και η από νότου πρόσβαση στην ακρόπολη. Στην ψηλότερη κορυφή (ύψος 800 μ. περίπου), βρίσκεται σήμερα το παλιό μοναστήρι της Παναγίας Βουλκάνου. Ο χώρος εκεί είναι σχετικά ομαλός και εκτεταμένος ώστε θα μπορούσε να κατοικηθεί, αν και μόνο σε εξαιρετικά δυσμενείς περιστάσεις, λόγω της δύσκολης πρόσβασης (για τον ίδιο λόγο εγκαταλείφθηκε και η παλιά μονή Βουλκάνου, αργότερα).[2] Στο μονοπάτι προς την κορυφή της Ιθώμης, έχουν παρατηρηθεί λείψανα υδαταγωγού και λαξεύματα στο βράχο, ίσως εκεί ήταν η κρήνη Κλεψύδρα που αναφέρει ο περιηγητής Παυσανίας. Το βουνό ήταν αφιερωμένο στο Δία τον Ιθωμάτα, και στην κορυφή του υπήρχε ένα ιερό του με βωμό. Ο Παυσανίας αναφέρει πως οι Μεσσήνιοι διεκδικούσαν τη γέννηση και ανατροφή του Δία στον τόπο τους καθώς και οτι από την πηγή Κλεψύδρα έφερναν καθημερινά νερό στο ιερό της κορυφής. Το οχυρό της Ιθώμης έπαιξε σημαντικό ρόλο στον Α΄ Μεσσηνιακό Πόλεμο, προς τα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ., ανάμεσα στη Μεσσηνία και τη Σπάρτη. Αποτέλεσε το τελευταίο προπύργιο των Μεσσηνίων και τελικά ισοπεδώθηκε μετά από ηρωική πολιορκία.

Τα επόμενα χρόνια η Ιθώμη κατείχε συμβολικό ρόλο στην καρδιά των υποδουλωμένων Μεσσηνίων. Έτσι, όταν επαναστάτησαν οι είλωτες το 468 π.Χ. (Γ΄ Μεσσηνιακός Πόλεμος), κατέφυγαν και πάλι στο μέρος αυτό, ξαναέχτισαν οχυρώσεις και αντιστάθηκαν από εκεί για μεγάλο διάστημα. Το 369 π.Χ. ο Θηβαίος Επαμεινώνδας, απελευθέρωσε τη Μεσσηνία από τη σπαρτιατική επιρροή και επέλεξε τους πρόποδες του όρους Ιθώμη για να χτίσει μια νέα και μεγάλη πόλη, τη Μεσσήνη, η οποία έγινε η πρωτεύουσα των Μεσσηνίων.

Κατά την Φραγκοκρατία ανακατασκευάστηκε και πήρε την ονομασία Κάστρο του Βουλκάνου.